Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου 2008

Προς μια νέα «ροζ μεταπολίτευση»

Προς μια νέα «ροζ μεταπολίτευση»
Ή προς μια όξυνση των αντιφάσεων;
Ανερχόμενη πλευρά των εξελίξεων η πολύμορφη και αντιφατική παρέμβαση των αγώνων
Η δικογραφία για το «σκάνδαλο Ζαχόπουλου», που δόθηκε στη δημοσιότητα, αποτυπώνει την προσπάθεια για ένα προσωρινό, όσο και αγωνιώδες, πολιτικό – επιχειρηματικό «ντιλ», με στόχο την αναβολή της «μεγάλης πρωτοβουλίας» για μια συνολική αντιδραστική αναδόμηση του δικομματικού πολιτικού συστήματος που παραπαίει.
ΚΩΣΤΑΣ ΜΑΡΚΟΥ


Όλα μέλι – γάλα, σύμφωνα με την ανεξάρτητη δικαιοσύνη μας> Μοναδικοί φταίχτες η συμβασιούχος Τσέκου και ο Ρομπέν των συμβασιούχων, Νικολουτσόπουλος. Και τραγικός ήρωας, ο ιδανικός παρολίγον αυτόχειρας, Ζαχόπουλος, η «εκτόξευση και πτώση ενός μικρομεσαίου» που «έβαλε σε κίνηση» τον σαιξπηρικό «μεγάλο μηχανισμό» της κρίσης (Πέτρος Μάρκαρης, στην Καθημερινή της περασμένης Κυριακής). Από την ίδια εφημερίδα, η Ντόρα δίνει όρκους πίστης σε «έναν πολύ ισχυρό πρωθυπουργό». Ο Σουφλιάς μπήκε στο «μαντρί» άρον άρον. Το ίδιο και ο Βενιζέλος στο ΠΑΣΟΚ. Η Εκκλησία έβγαλε αρχιεπίσκοπο με «άψογες δημοκρατικές διαδικασίες». Και ίσως διορθωθεί το «λάθος» της Καλαμαριάς για να αποκατασταθεί η τάξη στη Σούπερ Λίγκα. Λοιπόν; Αποκαταστάθηκε η τάξη στη χώρα μας; Σταμάτησε την κίνησή του ο «μεγάλος μηχανισμός»; Οι κραυγές των δημοσιογράφων για «πολιτική κρίση» αποδείχτηκαν «συνήθεις υπερβολές».
Ας ακούσουμε δύο από τους πιο σοβαρούς: «Ακόμη κι αν ξεπεράσει την παρούσα κρίση (σ.σ. ο Καραμανλής), δεν θα καταφέρει να υπερβεί την επόμενη, η οποία είναι ικανή να ξεσπάσει ανά πάσα στιγμή και με ασήμαντη αφορμή», λαμβάνοντας υπόψη «την ένταση της αμφισβήτησης που έρχεται από παντού για πλευρές και χαρακτηριστικά του επικρατήσαντος νεοφιλελεύθερου μοντέλου» (Αντ. Καρακούσης, Βήμα, 3/2/08). «Είναι, ίσως, η πρώτη φορά από το 1974, που το πολιτικό σύστημα έχει περιέλθει σε δομική κρίση» (Στ. Λυγερός, Καθημερινή, 3/2/08).

Κι ας δούμε τι αφήνει πίσω του το σκάνδαλο Ζαχόπουλου, πέντε μόλις μήνες μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, που υποτίθεται πως έδωσαν «καθαρή εντολή» στην κυβέρνηση Καραμανλή: Η «νέα διακυβέρνηση» που υποσχέθηκε ο πρωθυπουργός πουλιέται σε DVD για 5-6 εκατομμύρια στην αγορά των ΜΜΕ. Ο ανταγωνισμός των επιχειρηματιών βγαίνει στα «παράθυρα», οι αστέρες της κίτρινης δημοσιογραφίας βουλιάζουν στο βούρκο, ένας υπουργός έχει παραιτηθεί, ένας γ.γ. έπεσε από τον τέταρτο όροφο, ένας βουλευτής της ΝΔ από τους 152 ανεξαρτητοποιήθηκε, άνθρωποι του Μεγάρου Μαξίμου σύρονται στα ανακριτικά γραφεία. Και το ΠΑΣΟΚ, η «κανονική» εναλλακτική αστική λύση, ο κρίσιμος κρίκος ενσωμάτωσης των εργαζόμενων στο πολιτικό σύστημα, όχι μόνο δεν ξεπερνά τη δική του κρίση, αλλά βουλιάζει σε όλες τις συνεχόμενες δημοσκοπήσεις.

Καταλύτης των πολιτικών εξελίξεων του τελευταίου διαστήματος είναι η μεγάλη λαϊκή δυσαρέσκεια και αγανάκτηση και ειδικά οι πολύμορφες, αντιφατικές, αλλά σταδιακά αυξανόμενες αγωνιστικές διαθέσεις σημαντικών τμημάτων της εργατικής τάξης, του λαού και της νεολαίας. Εδώ και δύο τρία χρόνια περίπου υπάρχει μια διαρκής αναταραχή με απεργίες και διαδηλώσεις τμημάτων του λαϊκού κινήματος, που από τη μια χαρακτηρίζονται από μαχητικότητα και από την άλλη από μεγαλύτερη λαϊκή αλληλεγγύη και συμπαράσταση, ενώ δεν έχει εκδηλωθεί πουθενά ο «κοινωνικός αυτοματισμός». Το σχέδιο Πολύδωρα – Κακλαμάνη για αντιδραστική συμμαχία με τους μικρομεσαίους στο όνομα της «ασφάλειας» από τους διαδηλωτές – τρομοκράτες ξαναμπήκε σε εφαρμογή το προηγούμενο Σάββατο, αλλά οι αποκαλύψεις για τη συνεργασία ΕΛΑΣ και Χρυσής Αυγής το κατέστησαν γελοίο. Και τέσσερις μέρες μετά, οι μικρομεσαίοι ιδιοκτήτες ταξί διαδήλωσαν στο κέντρο της Αθήνας…
Η πολύμορφη και αντιφατική παρέμβαση των αγώνων στην πολιτική σκηνή, αυτή «η ανερχόμενη πλευρά των εξελίξεων» (βλ. τελευταίες αποφάσεις της ΠΕ του ΝΑΡ http://www.politikokafeneio.com/neo/modules.php?name=News&file=article&sid=4689 , σε τελευταία ανάλυση, αποτυπώνεται με πολλούς τρόπους και στις πρόσφατες, εξαιρετικά πυκνές, σχεδόν πυρετικές μετεκλογικές εξελίξεις. Μπορούμε να εκτιμήσουμε, μάλιστα, ότι «η ρωγμή προς τα αριστερά» βάθυνε κι άλλο μετά τις εκλογές, χωρίς βέβαια να παίρνει τα χαρακτηριστικά δομικού ρήγματος στο πολιτικό σύστημα και στην ουσία της πολιτικής του. Η ρωγμή είναι ακόμη μετέωρη, παραμένει ενσωματώσιμη.
Ποια είναι η περισσότερο πιθανή αστική αντίδραση; Η κίνηση Καραμανλή να «πάρει πάνω του» την απεχθή επίθεση στο Ασφαλιστικό, οι παραινέσεις της Καθημερινής για το «κρίσιμο 2008» όπου «θα κριθούν οι μεταρρυθμίσεις», ο εσμός των πρακτόρων που επανεμφανίζονται στα τηλεπαράθυρα, η βίαιη επίθεση στους λιμενεργάτες, η προετοιμασία του δικαστικού συστήματος και κυρίως των κατασταλτικών μηχανισμών του Παυλόπουλου, η γενικευμένη καμερολαγνεία (θύμα της οποίας πέφτουν και οι αστοί), αποτελούν σαφή σημεία για μια αστική επιλογή στην κατεύθυνση μιας γενικευμένης υπερεπιθετικής επιτάχυνσης της αντιδραστικής πολιτικής, ώστε να χτυπηθούν καίρια οι όποιες δυνατότητες πολιτικοποίησης και σχετικά ανεξάρτητης παρέμβασης του εργατικού κινήματος. Μπροστά στην αδυναμία τους να εξασφαλίσουν άμεσα εναλλακτική πολιτική λύση στην παρατεταμένη κρίση, αστικοί κύκλοι φαίνεται πως επιλέγουν να εξουδετερώσουν επιθετικά αυτόν τον εργατικό «άγνωστο χ» των εξελίξεων, ως στοιχείο της αναδόμησης του πολιτικού συστήματος και πριν από αυτήν. Θα λέγαμε ότι ωθούνται σε μια δεξιά, αντιδραστική ανατροπή του πολιτικού συστήματος και των σημερινών συσχετισμών που θυμίζει Θάτσερ ή Ρίγκαν, αλλά πολύ είναι πιο βαθιά, αντιδημοκρατική και αντιδραστική. Συνεισφέροντας στην πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση μέσα στην Αριστερά (η οποία έχει πολύ κρίσιμες πολιτικές απολήξεις που ξεφεύγουν από τα όρια του παρόντος άρθρου) θα λέγαμε ότι οι εξελίξεις χαρακτηρίζονται από μια πολιτική κρίση ενσωμάτωσης στο δικομματικό σύστημα, παράλληλα με σοβαρά προβλήματα συναίνεσης στις βασικές κατευθύνσεις της πολιτικής του κεφαλαίου. Παραφράζοντας το γνωστό ορισμό του Λένιν, θα λέγαμε ότι οι πάνω δεν μπορούν να περάσουν την επίθεσή τους με το παρόν πολιτικό σύστημα και οι κάτω δεν το θέλουν. Κι όλα αυτά, ενώ βρισκόμαστε μπροστά και στην είσοδο της διεθνούς οικονομικής κρίσης στη χώρα, η οποία εάν εκδηλωθεί με την αναμενόμενη οξύτητα, θα φέρει μια νέα, απότομη και ραγδαία επιδείνωση της θέσης εκατομμυρίων εργαζόμενων και εν γένει εκμεταλλευόμενων στρωμάτων. Φυσικά, δεν βρισκόμαστε προ επαναστατικής κρίσης, όπως περίπου είπε ο Δ. Γόντικας. Ωστόσο, βρισκόμαστε σε μια παρόμοια με την κρίση της Αργεντινής κατάσταση, χωρίς κανείς να ξέρει εάν θα εκδηλωθεί ένα Αργεντινάζο, με ποια μορφή και ένταση. Κάτι που εξαρτάται από την παρέμβαση των πολλαπλών υποκειμένων της ταξικής πάλης, συμπεριλαμβανομένης και της επαναστατικής Αριστεράς. Και στο ερώτημα εάν «η νέα αντιδραστική ανασυγκρότηση» του πολιτικού συστήματος, ευρύτερα της κοινωνικής κατάστασης, θα είναι το ίδιο «αναίμακτη» για το κεφάλαιο, όπως π.χ. το 1989, με βάση όσα προαναφέραμε, πιστεύουμε ότι: Ακόμη κι αν η αντιδραστική ανασυγκρότηση περάσει σε βασικές πλευρές της, θα πληρωθεί με σκληρό τίμημα προς το εργατικό κίνημα και θα μπει σχετικά γρήγορα σε νέες, οξύτερες αντιφάσεις, σε νέο γύρο συγκρούσεων για την ανατροπή της. Δεν πάμε σε μια νέα, ροζ «μεταπολίτευση» του DVD α λα ’89: Η θεσμική Αριστερά δεν είναι πλήρως έτοιμη για μια άμεση συμμετοχή στις αστικές πολιτικές επιδιώξεις, διότι δεν είναι κατεργασμένη επαρκώς η βάση της η οποία ριζοσπαστικοποιείται, όπως δείχνει η στάση του ΚΚΕ, αλλά και του Συνασπισμού. Πολύ περισσότερο, δεν υπάρχει ανάλογο επιθετικό αστικό ιδεολογικό ρεύμα σήμερα, όμοιο με αυτό του ριγκανισμού – θατσερισμού – μητσοτακισμού του 1987-89.

Έχουμε μπει, κατά τη γνώμη μας, περίπου από το 2003, σε μια ιδιαίτερη πολιτική καμπή, στο πλαίσιο των αρνητικών συσχετισμών της ιστορικής περιόδου που άρχισε συμβολικά το 1989, η οποία χαρακτηρίζεται συγκεκριμένα: Πρώτο, από την άνοδο της δυσαρέσκειας και των αγωνιστικών διαθέσεων ευρύτερων μαζών, από τις νέες δυνατότητες πολιτικής παρέμβασης των εργαζόμενων και των αγώνων τους που δεν έχουν, όμως, σαφή πολιτικό και στρατηγικό προσανατολισμό και με την επαναστατική Αριστερά σε σχετική υποχώρηση, παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ημιαυθόρμητα ξεσπάσματα. Δεύτερο, από κρίση του δικομματικού πολιτικού συστήματος που οικοδομήθηκε μετά το ’89, η οποία, σε διάκριση με τότε, χαρακτηρίζεται από την προσωρινή αδυναμία της αστικής τάξης να παρουσιάσει εναλλακτική λύση τόσο για το πολιτικό σύστημα, όσο και για το στρατηγικό περιεχόμενό του. Τρίτο, από την εισαγωγή στην ελληνική πολιτική κρίση της διεθνούς οικονομικής κρίσης, η οποία μπορεί να πάρει οξύτατη μορφή και άρα να επιφέρει απότομη επιδείνωση της οικονομικής θέσης των εργαζομένων. Τέταρτο, από μεγάλη ένταση τόσο των εσωτερικών, ενδοκαπιταλιστικών όσο και των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών που συνοδεύουν τη διεθνή οικονομική κρίση.

Για την επαναστατική εργατική πολιτική, το κύριο συμπέρασμα συμπυκνώνεται στο ότι είναι δυνατή μια απότομη πολιτική αφύπνιση και ριζοσπαστικοποίηση της δράσης των εργαζόμενων μαζών και της νεολαίας. Η οποία ασφαλώς να αναστραφεί, να ηττηθεί ή να ενσωματωθεί. Ωστόσο, είναι φάση όπου μπορούν να ευδοκιμήσουν πολιτικές και στρατηγικές τομές επαναστατικού αντικαπιταλιστικού και νέου κομμουνιστικού προσανατολισμού. Σε αυτές τις συνθήκες, όπως σημειώνει η τελευταία απόφαση της ΠΕ του ΝΑΡ, ανοίγονται νέες, πρωτόγνωρες δυνατότητες για την επαναστατική αντικαπιταλιστική Αριστερά. Δυνατότητες για να βγει από τον προηγούμενο 20ετή κύκλο του μικρόκοσμου, της πολυδιάσπασης, του σεχταρισμού, του οπορτουνισμού και της μιζέριας. Δυνατότητες για να επικοινωνήσει, να επιδράσει και να μετασχηματίσει ευρύτερες μάζες ώστε να μετασχηματιστεί και η ίδια.