Κυριακή 2 Ιουνίου 2013

Μάριος Λώλος: Τεράστιο το έλλειμμα δημοκρατίας

Μάριος Λώλος: Τεράστιο το έλλειμμα δημοκρατίας
FREE photo hosting by Fih.grΑπό το 2008 βρίσκονται οι φωτορεπόρτερ στο στόχαστρο των δυνάμεων καταστολής, όταν δηλαδή σταμάτησαν να βρίσκονται στην πλάτη των αστυνομικών και βρέθηκαν με τους φακούς τους απέναντί τους. Θύμα ο ίδιος της βαρβαρότητας της ΕΛΑΣ, ο Μάριος Λώλος, πρόεδρος της Ένωσης Φωτορεπόρτερ Ελλάδας, καταγγέλλει ευθέως το υπουργείο Δημόσιας Τάξης για τη διάθεση κάλυψης εγκληματικών πράξεων. «Έχουμε κουραστεί πλέον να γράφουμε ανακοινώσεις και εκ του αποτελέσματος να μην αλλάζει τίποτε. Τελευταία, δεν μας δέρνουν, και δεν μας δέρνουν γιατί δεν γίνονται και συγκεντρώσεις. Αντίθετα, μας κάνουν πόλεμο νεύρων. Όπως ο αστυνομικός έλεγχος σε εμένα και την Τατιάνα Μπόλαρη από διμοιρίτη των ΜΑΤ στα Προπύλαια, όπου καλύπταμε τη διαμαρτυρία για το κλείσιμο του Ιντιμίντια. Εκεί ήρθε ο διμοιρίτης των ΜΑΤ και μας είπε να μη φωτογραφίζουμε πρόσωπα αστυνομικών των ΜΑΤ. Παρότι του εξήγησα για πολλοστή φορά ότι εμείς φωτογραφίζαμε τη δράση ενός ένστολου αστυνομικού σε δημόσιο χώρο, ξαναήρθε μετά από πέντε λεπτά λέγοντάς μας «για να δω τι έχεις τραβήξει». Όταν του είπα «κάνεις μεταβολή, φέρνεις εισαγγελέα και θα το σκεφτώ πάλι αν θα σου δείξω», ήρθε τρίτη φορά, αφού είχε βγάλει το κράνος, στοχοποιημένα σε εμένα και την Τατιάνα Μπόλαρη, ζητώντας να του δείξουμε τις αστυνομικές μας ταυτότητες. Ούτε καν τις επαγγελματικές».
Συνέντευξη στον Κυριάκο Νασόπουλο

– Το τελευταίο διάστημα υπάρχουν συνεχείς καταγγελίες για αστυνομικές επιθέσεις εναντίον φωτορεπόρτερ όταν αυτοί καλούνται να καλύψουν ένα γεγονός. Μπορείτε να μου πείτε κάποιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιων πρόσφατων περιστατικών;
– Έχουμε κουραστεί πλέον να γράφουμε ανακοινώσεις και εκ του αποτελέσματος να μην αλλάζει τίποτε. Τελευταία, δεν μας δέρνουν, και δεν μας δέρνουν γιατί δεν γίνονται και συγκεντρώσεις. Αντίθετα, μας κάνουν πόλεμο νεύρων. Όπως ο αστυνομικός έλεγχος σε εμένα και την Τατιάνα Μπόλαρη από διμοιρίτη των ΜΑΤ στα Προπύλαια, όπου καλύπταμε τη διαμαρτυρία για το κλείσιμο του Ιντιμίντια. Εκεί ήρθε ο διμοιρίτης των ΜΑΤ και μας είπε να μη φωτογραφίζουμε πρόσωπα αστυνομικών των ΜΑΤ. Παρότι του εξήγησα για πολλοστή φορά ότι εμείς φωτογραφίζαμε τη δράση ενός ένστολου αστυνομικού σε δημόσιο χώρο, ξαναήρθε μετά από πέντε λεπτά λέγοντάς μας «για να δω τι έχεις τραβήξει». Όταν του είπα «κάνεις μεταβολή, φέρνεις εισαγγελέα και θα το σκεφτώ πάλι αν θα σου δείξω», ήρθε τρίτη φορά, αφού είχε βγάλει το κράνος, στοχοποιημένα σε εμένα και την Τατιάνα Μπόλαρη, ζητώντας να του δείξουμε τις αστυνομικές μας ταυτότητες. Ούτε καν τις επαγγελματικές.
– Υπήρξε κάποια αντίδραση από την Ένωση Φωτορεπόρτερ;
– Βγάλαμε μια ανακοίνωση όχι σαν Ένωση Φωτορεπόρτερ Ελλάδας που καταγγέλλαμε τα γεγονότα, αλλά διασωματειακά, δηλαδή οι 11 ενώσεις του Τύπου. Μας απάντησε η Ένωση Αστυνομικών Υπαλλήλων Αττικής με μια ανακοίνωση όπου η φρασεολογία τους ήταν πίσω στην επταετία. Του στυλ «έχουμε χορτάσει τη δημοκρατία, δεν δίνουμε δεκάρα για το τι λέει ο Δένδιας». Κατά εμάς, μέσω της ανακοίνωσης, δημιουργούσαν κλίμα έτσι ώστε ο επόμενος αστυνομικός των ΜΑΤ σε μια «παράξενη» στιγμή να μας ανοίξει πάλι το κεφάλι. Στη λογική ότι εμείς φωτογραφίζουμε το πρόσωπό του.
– Μήπως πίσω από την ανακοίνωση των αστυνομικών κρύβεται μια κεντρική εντολή από την πολιτική ηγεσία;
– Συμφωνώ. Όλη αυτή η αντίδραση απέναντι στους φωτορεπόρτερ, πολιτικά σκεφτόμενος για να δώσω μια εξήγηση, υπάρχει γιατί ο κλάδος των φωτορεπόρτερ είναι ο κλάδος στο χώρο των μίντια που δεν ελέγχεται άμεσα. Τι εννοώ: Δεν υπάρχει διαμεσολάβηση στη φωτογραφία του φωτορεπόρτερ που βγαίνει προς τα έξω. Στον κάμεραμαν υπάρχει, το μοντάζ θα το κάνει το κανάλι. Στο φωτορεπόρτερ, αυτό που τραβάει, αυτό βγαίνει προς τα έξω.
– Έχετε εντοπίσει από πότε έχουν ενταθεί οι επιθέσεις αστυνομικών εναντίον συναδέλφων σας; Πώς το εξηγείτε;
– Από το 2008 και μετά. Τότε συνειδητοποίησαν ότι φύγαμε πίσω από την πλάτη τους άρα δεν ήμασταν ελεγχόμενοι. Ότι πήγαμε από την άλλη πλευρά. Οι φωτογραφίες μας δείχνανε την άμεση καταστολή, όταν η αστυνομία από κάποια στιγμή και μετά άρχισε να δέρνει ασύστολα. Την καταστολή τότε εμείς την φωτογραφίζαμε και οι φωτογραφίες μας την πρόβαλαν. Από όταν δε άρχισε η κρίση και ο κόσμος βγήκε μαζικά στο δρόμο και η καταστολή γιγαντώθηκε, τόσο ήμασταν στα πόδια τους και τους φωτογραφίζαμε. Θέλω να σημειωθεί το εξής. Εμείς κάνουμε τη δουλειά μας στο πεδίο μιας πιθανής σύγκρουσης και φωτογραφίζουμε ό,τι γίνεται. Δηλαδή με την ίδια λογική που φωτογραφίζουμε έναν αστυνομικό των ΜΑΤ που καίγεται από μια μολότοφ, με την ίδια λογική θα φωτογραφίσουμε και έναν που δέρνει έναν εργαζόμενο. Όταν τους φωτογραφίζουμε που καίγονται είναι καλά τότε; Έχουμε κανόνες δεοντολογίας και τους τηρούμε απαρέγκλιτα.
– Εσείς προσωπικά είχατε ξαναδεχτεί επίθεση από αστυνομικές δυνάμεις πριν ενάμιση χρόνο. Ποια η τύχη των δεσμεύσεων από τον τότε υπουργό Προστασίας του Πολίτη, Μ. Χρυσοχοΐδη, ότι θα βρεθούν οι ένοχοι την επόμενη μέρα;
– Ήταν στις 5 Απριλίου, μια μικρή διαμαρτυρία χωρίς επεισόδια για την πολιτική δολοφονίας του συνταξιούχου Δ. Χριστούλα στο Σύνταγμα. Γιατί δεν επρόκειτο για αυτοκτονία. Ο άνθρωπος θα ζούσε μια χαρά αν δεν υπήρχε το Μνημόνιο. Έκανε μια κίνηση πολιτική. Κάποια στιγμή που απώθησαν τον κόσμο από την πάνω πλευρά της πλατείας, είχαν ξεμείνει λίγοι φωτορεπόρτερ και δημοσιογράφοι. Άρχισαν να σπρώχνουν, μην ξέροντας πού θα μας πάνε στο τέλος. Στις διαμαρτυρίες τις δικές μου με το θεσμικό ρόλο που έχω, απαντούσαν προκλητικά και κάποια στιγμή αφού μας πήγαιναν προς την Πανεπιστημίου, δέχτηκα πισώπλατα ένα δολοφονικό χτύπημα στο κεφάλι. Η διμοιρία ήταν της ομάδας Ρόμβος, αποτελείτο από 24 αστυνομικούς. Από το χτύπημα υπέστην κάταγμα κρανίου ενάμισι εκατοστού και χρειάστηκε να γίνει χειρουργική επέμβαση. Θα ζήσω τη ζωή μου με δύο πλάκες τιτανίου και οχτώ βίδες. Τους ενόχους τους ψάχνουμε ακόμα. Ο τότε υπουργός Προ.Πο. είχε δηλώσει την ίδια νύχτα ότι την επόμενη μέρα θα βρεθεί ο ένοχος. Ο Λώλος δεν πέθανε, ο ένοχος δεν βρέθηκε.
– Η έρευνα έχει ολοκληρωθεί, έχει μπει στο αρχείο, τι ακριβώς συμβαίνει;
– Όχι, η έρευνα δεν έχει μπει στο αρχείο. Την έρευνα την κάνει η κρατική ασφάλεια και την έχει αναλάβει εισαγγελέας. Πήγα για δεύτερη φορά και κατέθεσα, μου ζήτησαν επιτακτικά να δώσω DNA, έδωσα DNA, στη λογική ότι έχουν πάρει τα κλομπ της διμοιρίας και θα κάνουν ταυτοποίηση. Κατά τη γνώμη μου βλέπουν πολύ CSI, πάρα πολλές αστυνομικές ταινίες. Είναι πάρα πολύ απλό, είναι ένας από τους 24, τον βρίσκεις. Δεν ψάχνουν ψύλλους στα άχυρα, έναν από τους χιλιάδες. Εδώ εξιχνιάζουν εγκλήματα και εγκλήματα. Δεν έχουν βρει ακόμα ποιος σήκωσε το κλομπ και με χτύπησε και ούτε πιστεύω ότι θα τον βρουν.
– Σαν Ένωση Φωτορεπόρτερ πώς σκέφτεστε να αντιδράσετε στις συνεχείς επιθέσεις που δέχεστε;
– Δύο πράγματα μπορεί να συμβαίνουν κατ’ εμάς. Ή είναι πολιτική εντολή «τσακίστε τους φωτορεπόρτερ» όπου εδώ μπαίνει ζήτημα για τεράστιο έλλειμμα δημοκρατίας ή υπάρχουν ακραία φαινόμενα μέσα στις τάξεις της αστυνομίας που δεν τα ελέγχει η ηγεσία που λειτουργούν αυτόνομα. Όποια περίπτωση και από τις δυο και αν ισχύει, εμείς ζητάμε πρώτον, οι αστυνομικοί των ΜΑΤ να φοράνε ευκρινή διακριτικά για να μπορούμε να ξεχωρίζουμε ποιος είναι και δεύτερον, να τιμωρήσουν έστω και έναν. Υπάρχει μια φράση του Μανώλη Κυπραίου, ο οποίος έμεινε μόνιμα ανάπηρος, χάνοντας την ακοή του από ασυνομική επίθεση. Τα αρχικά της Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης (ΕΔΕ) που γίνεται για αστυνομικούς από αστυνομικούς, σημαίνουν στην πραγματικότητα Εμείς Δεν Ευθυνόμαστε. Και στην περίπτωσή του υπάρχει επίσημα απάντηση από την ΕΔΕ «δεν τον βρήκαμε». Δηλαδή είναι ακόμα πιο χυδαίο.
– Σε ό,τι αφορά τις εργασιακές σχέσεις που βιώνει ο κλάδος, ποια είναι η πραγματικότητα;
– Εμείς είχαμε κρίση πριν την κρίση. Είναι ένας κλάδος προς εξαφάνιση. Οι περισσότεροι φωτορεπόρτερ κόβουν Δελτία Παροχής Υπηρεσιών σε μεγαλοεκδότες και πληρώνονται μετά από δυο χρόνια. Οι μεγαλοεκδότες παίρνουν τις φωτογραφίες, τις βάζουν στην έντυπη έκδοση και με την ίδια διαλυμένη τιμή την βάζουν και στο διαδίκτυο. Οι φωτογραφίες μας κλέβονται ασύστολα και όσο δεν μπαίνουν κανόνες στο διαδίκτυο, ο κλάδος των φωτορεπόρτερ θα εξαφανίζεται. Δεν μπαίνει καν το όνομά μας. Εγώ δεν έχω πρόβλημα να παίρνει τις φωτογραφίες μου κάποιος. Εξάλλου, αν δεις τις περισσότερες κινηματικές φωτογραφίες μου, τις δημοσιεύω στο ίντερνετ στη λογική να «ταξιδέψουν». Έχει σημασία ποιος τις παίρνει και πώς τις εκμεταλλεύεται.
– Θα μου πείτε δυο λόγια για την έκθεση φωτογραφίας με τίτλο «Είδηση υπό διωγμό», που έχετε δημιουργήσει ως Ένωση;
– Στη συγκεκριμένη έκθεση είναι η πρώτη φορά που η Ένωση Φωτορεπόρτερ αποφάσισε αντί να εκθέτει φωτογραφίες μας, να εκθέσει εμάς τους ίδιους. Δηλαδή να γίνουμε εμείς η είδηση. Η τελευταία επιλογή που έχουμε είναι να δείξουμε προς τα έξω την άμεση καταστολή που δεχόμαστε. Έχει παρουσιαστεί σε διάφορα σημεία στην Ελλάδα και έγινε μάλιστα μια πρόσκληση από τη Μαριλένα Κόππα, την ευρωβουλευτή, να την παρουσιάσουμε στο Ευρωκοινοβούλιο. Εμείς με χαρά δεχτήκαμε, γιατί πιστεύουμε πως πρέπει να στείλουμε το μήνυμα και προς τα έξω. Η έκθεση στήθηκε, ανακοινώθηκε σε συνέντευξη Τύπου από εμάς και παρασκηνιακά μάθαμε την Τρίτη ότι η έκθεση κόβεται.
– Για ποιον ακριβώς λόγο;
– Για τεχνικούς λόγους. Η έκθεση ήταν συμφωνημένο να γίνει 3 με 7 Ιουνίου και μάθαμε ότι η έκθεση κόβεται από τον κοσμήτορα του Ευρωκοινοβουλίου. Οι τεχνικοί λόγοι που προφασίζεται είναι ότι ένα δικαιολογητικό δεν κατατέθηκε εμπρόθεσμα. Δεν το κάνει ο τεχνοκράτης μόνος του. Δεν θα σου πούνε «μας πήραν τηλέφωνο από την Ελλάδα για να κοπεί η έκθεση». Θα προφασιστούν κάποιο λόγο τεχνικό. Εμείς ζητάμε εφόσον το πρόβλημα είναι τεχνικό, να ξανακάνουμε πάλι το αίτημα και να το δεχτούν. Πράγμα που δεν θα γίνει. Θα κάνουμε λοιπόν το εφικτό. Τέλος του μήνα γύρω στις 26-27 Ιουνίου θα διοργανώσουμε μια ημερίδα σε αμφιθέατρο του Ευρωκοινοβουλίου όπου θα καλέσουμε διάφορες προσωπικότητες και θα εξηγήσουμε το έλλειμμα δημοκρατίας που υπάρχει αυτήν την στιγμή στην Ελλάδα.
– Στις φωτογραφίες τις δικές σου και των συναδέλφων σου, τα τελευταία χρόνια αποτυπώθηκε ο θυμός, η αγωνιστική διάθεση του λαού να διεκδικήσει και να υπερασπιστεί τα δικαιώματά του και τις ελευθερίες του. Θεωρείς ότι πλέον αυτά τα χαρακτηριστικά έχουν χαθεί;
– Ο Έλληνας του καναπέ και της ισχυρής οικονομίας του Σημίτη, στα καλά καθούμενα συνειδητοποίησε ότι όλο αυτό το πράγμα ήταν μια φούσκα η οποία έσκασε. Πιστεύω ότι με το που ξεκίνησε το Μνημόνιο ο Έλληνας διαμαρτυρήθηκε, αντέδρασε και αγωνίστηκε. Βλέπε τις μεγάλες κινητοποιήσεις προ Μαρφίν και μετά από ένα χρόνο, αφού ξεπέρασε το ενοχικό σύνδρομο της Μαρφίν, ξαναβγήκε στο δρόμο και ξαναγωνίστηκε και πάλι. Είτε σε πανεργατικές «ντουφεκιές» – κινητοποιήσεις της ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ συμμετέχοντας κατά δεκάδες χιλιάδες, είτε με τους Αγανακτισμένους και την αυτοοργάνωση στη λεγόμενη «κάτω πλατεία». Έχει αλλάξει τρεις κυβερνήσεις μέσα σε ένα χρόνο. Απλώς κάποια στιγμή κουράστηκε, γιατί είδε ότι εκ του αποτελέσματος δεν υπήρξε αντίκρισμα. Και επίσης έφαγε και πάρα πολύ ξύλο και χημικό. Επειδή εγώ είμαι φύσει και θέσει αισιόδοξο άτομο, δεν θέλω να πιστεύω ότι είναι μια ληγμένη η υπόθεση της ήττας μας, γιατί ήττα έχουμε. Εκτίμησή μου είναι ότι ο κόσμος δεν θα την «καταπιεί» αμάσητη την ήττα και ότι κάποια στιγμή θα ξεσηκωθεί, απλώς πρέπει να βρει ένα αίτιο. Και το αίτιο αυτό μπορεί να είναι είτε από τα πάνω είτε από τα κάτω.
Πηγή: prin.gr