Μ.Μ.Παπαϊωάννου: Η Παρισινή Κομμούνα και η Ελλάδα
Αυτά ήταν τα λόγια ενός συνταγματάρχη των
Βερσαγιέζων, τη στιγμή που εκτελούσε ένα οικοδόμο, τον Λεβέκ, μέλος της
Κεντρικής Επιτροπής της Εθνοφρουράς. Ο Λέβεκ δεν ήταν παρά ένας από τους
χιλιάδες κομμουνάρους που έπεσαν θύματα της θηριωδίας του αστικού στρατού.
Μονάχα την τελευταία βδομάδα του Μάη του 1871 καταμετρήθηκαν στο Παρίσι τα
πτώματα 17.000 κομμουνάρων. Ωστόσο οι δυνάμεις της αντίδρασης δεν σταμάτησαν να
σκοτώνουν και να δολοφονούν μέχρι της 15 Ιούνη. Η περίφημη όμως "ματωμένη
βδομάδα" διήρκεσε επτά μέρες, από τις 21 έως τις 28 Μάη και αποτελεί πια
έναν από τους σημαντικότερους σταθμούς στην ιστορία του παγκόσμιου εργατικού
κινήματος.
Μέσα σ΄ αυτή τη βδομάδα οι εργάτες του
Παρισιού υπερασπίστηκαν, από οδόφραγμα σε οδόφραγμα, από σπίτι σε σπίτι, τις
κατακτήσεις της πρώτης σοσιαλιστικής επανάστασης. Ας δούμε όμως πως
εξελίχθηκαν τα πράγματα μέσα σ΄ αυτή τη "ματωμένη βδομάδα".
Στις 21 Μάη, ημέρα Κυριακή, στις 7 το
βράδυ, στο μέγαρο του Δημαρχείου συνεδριάζει η ολομέλεια του Συμβουλίου της
Κομμούνας. Εκεί συζητάνε την περίπτωση του Κλιζερέ, πρώην αντιπροσώπου της
Κομμούνας στο υπουργείο Πολέμου. Ο Κλιζερέ ήταν παλιός αξιωματικός του στρατού,
είχε πάρει μέρος στην κατάπνιξη της εργατικής εξέγερσης του 1848 και τώρα είχε
προσχωρήσει στην Κομμούνα. Έχει συλληφθεί και κατηγορείται για μια σειρά από
στρατιωτικά λάθη. Όμως ξαφνικά μπαίνει μέσα στην αίθουσα ο Μπιλιορέ, μέλος της
Επιτροπής Λαϊκής Σωτηρίας. Τη σκηνή που ακολουθεί την περιγράφει με τον καλύτερο
τρόπο ο γνωστός δημοσιογράφος, κομμουνάρος και ιστορικός της Παρισινής
Κομμούνας, Λισαγκαρέ:
"Μπαίνει ο Μπιλιορέ κατάχλομος και
κάθεται για λίγο. Καθώς ο Βερμολέρ συνεχίζει να μιλάει, του φωνάζει:
"Τελειώνετε, τελειώνετε. Έχω να σας κάνω μια πολύ σοβαρή
ανακοίνωση".
Βερμορέλ: "Παραχωρώ το λόγο στον πολίτη
Μπιλιορέ".
Ο Μπιλιορέ διαβάζει ένα χαρτί που τρέμει
ελαφρά στα χέρια του. "Ντομπρόβσκι προς το Υπουργείο Πολέμου και Επιτροπή
Λαϊκής Σωτηρίας. Οι Βερσαγιέζοι μπήκαν από την πύλη του Σεν Κλου. Παίρνω μέτρα
για να τους απωθήσω. Αν μου στείλετε ενισχύσεις θα μπορέσω να το
κατορθώσω".
Μια σιωπή γεμάτη έκπληξη. Μετά αρχίζουν οι
ερωτήσεις.
... Η ώρα περνά με την κουβέντα. Δεν
υπάρχουν ούτε προτάσεις, ούτε συζήτηση. Είναι οκτώ η ώρα. Ο πρόεδρος Ζιλ Βαλές
κλείνει τη συνεδρίαση. Την τελευταία συνεδρίαση της
Κομμούνας!".
Αυτή η χαρακτηριστική περιγραφή του
Λισαγκαρέ φέρνει στην επιφάνεια αυτό που ίσως ήταν το μεγαλύτερο μειονέκτημα της
Κομμούνας: η έλλειψη επαναστατικής ηγεσίας.
Στις 21 Μάη λοιπόν, ο στρατός των
Βερσαγιέζων μπαίνει στο Παρίσι. Η αστική τάξη έχει πάρει πια την απόφαση να
πνίξει στο αίμα τους εργάτες του Παρισιού που από τις 18 Μάρτη είχαν
εγκαθιδρύσει τη δικιά τους εξουσία. Την κρίσιμη αυτή στιγμή όμως το Συμβούλιο
της Κομμούνας διαλύεται.
Η Κομμούνα σχηματιζόταν από τους
δημοτικούς συμβούλους που είχαν εκλεγεί με βάση το γενικό εκλογικό δικαίωμα στα
διάφορα διαμερίσματα του Παρισιού. Ηταν υπεύθυνοι και μπορούσαν να ανακληθούν
οποιαδήποτε στιγμή. Η πλειοψηφία τους αποτελούνταν από εργάτες ή αναγνωρισμένους
εκπροσώπους της εργατικής τάξης.
Δεν είχαν όμως μια ξεκάθαρη ιδεολογική
κατεύθυνση. Οι ιδέες που επικρατούσαν ήταν οι ιδέες του Προυντόν, ενός ουτοπικού
σοσιαλιστή, που ονειρευόταν ένα κόσμο φτιαγμένο σε μια ομοσπονδία σοσιαλιστικών
κοινοτήτων (κομμούνες). Ετσι ουσιαστικά, ποτέ δεν μπήκε το ζήτημα της κρατικής
εξουσίας για ολόκληρη τη χώρα.
Το Παρίσι απομονώθηκε και δέχτηκε την
επίθεση όλου του αστικού στρατού.
Η στρατιωτική κατάσταση, παρά την
αισιοδοξία του Ντομπρόβσκι, χειροτερεύει. Όλη τη νύχτα της 21ης προς της 22ης
του Μάη νέες δυνάμεις των Βερσαγιέζων εισχωρούν στο Παρίσι. Η αντίσταση των
Κομμουνάρων είναι σθεναρή αλλά ανοργάνωτη. Ο Ιστορικός της Κομμούνας, Τάλες,
λέει:
"Οι διαδοχικές γραμμές της άμυνας καθώς
δεν ήταν οργανωμένες αυτοσχεδίαζαν παντού. Οτι έκαναν το έκαναν κατά τύχη, κατά
την πρωτοβουλία ή την θέληση του καθένα".
Η κεντρική διοίκηση είχε διαλυθεί. Κάθε
μέλος της Κομμούνας είχε πάει στο διαμέρισμα του και οργάνωνε εκεί την
αντίσταση. Άρχισαν να στήνονται οδοφράγματα παντού. Μέχρι το βράδυ, οι
Βερσαγιέζοι είχαν καταλάβει ένα μεγάλο τμήμα του Δυτικού Παρισιού, όπου
βρίσκονται βασικά οι αστικές συνοικίες και έχουν δημιουργήσει ένα μέτωπο οκτώ
χιλιομέτρων.
Όλοι οι εργάτες βρίσκονται στο δρόμο. Ο
Λισαγκαρέ γράφει στην εφημερίδα του: "Ο Λόγος του Λαού": "Ας θυμηθούμε τη 18η
Μάρτη. Στη φωτιά τώρα! Δεν αρκεί πια να φωνάζουμε: Ζήτω η Δημοκρατία! Αλλά να
την κάνουμε να ζήσει!".
Αυτή τη Δημοκρατία, που είχε ανοίξει μια
νέα ζωή στους εργάτες, "ένα νέο αιώνα". Αυτή που περιγράφει ο χρονογράφος
της ίδιας εφημερίδας στις 19 Μάη:
"Μπαίνουν, βγαίνουν, κυκλοφορούν,
συγκεντρώνονται. Το γέλιο του πιτσιρικά του Παρισιού διακόπτει τις πολιτικές
συζητήσεις. Πλησιάστε στις ομάδες και ακούστε. Ενας ολόκληρος λαός συζητάει για
πολύ σοβαρά ζητήματα. Για πρώτη φορά ακούς εργάτες να ανταλλάσσουν εκτιμήσεις
πάνω σε προβλήματα που μόνο τους φιλόσοφους απασχολούσαν μέχρι
τώρα.
Φύλακες δεν υπάρχουν. Κανένας αστυφύλακας
δεν κλείνει το δρόμο δεν εμποδίζει τους διαβάτες. Η ασφάλεια είναι
απόλυτη.
Παλιά, όταν αυτός ο ίδιος λαός έβγαινε σε
κατάσταση ευθυμίας από τους χορούς του, οι αστοί παραμέριζαν λέγοντας
χαμηλόφωνα: Αν αυτοί οι άνθρωποι ήταν ελεύθεροι, τι θα γινόμασταν; Τι θα
γινόντουσαν οι ίδιοι;". Τώρα είναι ελεύθεροι και δε χορεύουν. Είναι ελεύθεροι
και μάχονται. Όταν ένας καλόπιστος άνθρωπος περνά δίπλα τους σήμερα καταλαβαίνει
ότι ένας νέος αιώνας γεννήθηκε".
Η 23 Μάη ήταν μια πολύ κρίσιμη μέρα. Η
αντίσταση είχε οργανωθεί καλά. Οι Βερσαγιέζοι με 30 χιλιάδες στρατό
περικυκλώνουν το λόφο της Μονμάρτης. Η Μονμάρτη πέφτει.
Ο λόφος αυτός που δεσπόζει στο Παρίσι
είναι ένα επαναστατικό σύμβολο. Από εδώ ξεκίνησε η Κομμούνα στις 18 Μάρτη. Ο
Μαρξ αναλύοντας την υλική βάση αυτής της εξέγερσης έλεγε:
"Η Δεύτερη Αυτοκρατορία είχε διπλασιάσει
το εθνικό χρέος και είχε βουτήξει σε βαριά τοπικά χρέη όλες τις μεγάλες πόλεις.
Ο πόλεμος (με τους Πρώσους) είχε αυξήσει τρομερά τις απαιτήσεις προς το έθνος
και είχε καταστρέψει ανελέητα τις πλουτοπαραγωγικές πηγές. Και για να
ολοκληρωθεί η καταστροφή, παρουσιάστηκε ο Πρώσος Σάιλοκ με το γραμμάτιό του για
τη συντήρηση μισού εκατομμυρίου στρατιωτών στο γαλλικό έδαφος, για την πολεμική
αποζημίωσή του από πέντε δισεκατομμύρια και για τον τόκο 5% στις απλήρωτες
δόσεις της αποζημίωσης. Ποιος θα πλήρωνε το λογαριασμό; Μόνο με τη βίαιη
ανατροπή της δημοκρατίας μπορούσαν οι σφετεριστές του πλούτου να ελπίζουν ότι θα
φορτώσουν στους ώμους των δημιουργών αυτού του πλούτου τα έξοδα ενός πολέμου που
τον είχαν προκαλέσει αυτοί οι ίδιοι.
Αυτή η συνωμοσία σκόνταφτε μονάχα σ΄ ένα
μεγάλο εμπόδιο - το Παρίσι. Ο αφοπλισμός του Παρισιού ήταν ο πρώτος όρος της
επιτυχίας".
Σαν πρώτο βήμα, ο Θιέρσος στέλνει το
στρατό του να πάρει τα κανόνια της Μονμάρτης. Αυτά τα κανόνια ήταν στην
κυριολεξία ιδιοκτησία των εργατών. Η εθνοφρουρά με δικά της λεφτά τα είχε
φτιάξει και είχε οπλιστεί μπροστά στην άρνηση του Θιέρσου και της αστικής τάξης
να υπερασπιστεί τη χώρα από τον Πρωσικό στρατό.
Στις 18 Μάρτη ο λαός του Παρισιού
ξεσηκώνεται για να υπερασπιστεί τα κανόνια του. Ο στρατός συναδελφώνεται με τον
λαό. Οι αξιωματικοί εκτελούνται. Οι αστοί πανικοβάλλονται. Εγκαταλείπουν το
Παρίσι και καταφεύγουν στις Βερσαλλίες. Η εξουσία βρίσκεται στα χέρια των
εργατών χωρίς αυτοί να το έχουν καταλάβει.
Η μόνη οργάνωση του λαού που υπάρχει είναι
η Κεντρική Επιτροπή της Εθνοφρουράς, η οποία αποτελείται από εκλεγμένους
αντιπροσώπους των ενόπλων εργατών. Αυτή γίνεται κυβέρνηση. Θέλει όμως να διώξει
από πάνω της το βαρύ φορτίο το συντομότερο δυνατό. Σε 10 μέρες κάνει εκλογές και
εκλέγεται η Κομμούνα.
Τώρα, η πτώση της Μονμάρτης επισφραγίζει
όλη την αναποφασιστικότητα της ηγεσίας να προχωρήσει από τις πρώτες μέρες να
συντρίψει τον πανικόβλητο αστικό στρατό και να εγκαθιδρύσει την εργατική εξουσία
σ΄ ολόκληρη τη χώρα.
Στις 24 Μάη, οι εφημερίδες, καθώς και τις
τελευταίες μέρες, κυκλοφορούν με αποκλειστικά στρατιωτικές ειδήσεις για την
εξέλιξη των μαχών και ανακοινώσεις του Υπουργείου Πολέμου και της Επιτροπής
Λαϊκής Σωτηρίας.
Χαρακτηριστικό γι΄ αυτό είναι ένα
απόσπασμα από το "Λόγο του Λαού":
"Σήμερα το πρωί οι Βερσαγιέζοι, λένε,
έκαναν μια κυκλική κίνηση από την πύλη του Κλινιανκούρ. Αυτή η κίνηση έχει σα
στόχο να περικυκλώσει τον λόφο της Μονμάρτης και να απομονώσει τη Μπεβίλ. Η
λεωφόρος Ορνανό υπερασπίζεται καλά. Οι πυροβολισμοί απλώνονται πίσω από την οδό
Ζεσέν. Η κόκκινη σημαία κυματίζει πάντα στην Πλατεία του
Υδραγωγείου".
Οι επιθέσεις των Βερσαγιέζων είναι βίαιες
και οι αιχμάλωτοι που συλλαμβάνονται εκτελούνται. Αυτό μεγαλώνει την
αποφασιστικότητα των εργατών του Παρισιού. Συγκεντρώνονται στις εργατικές
συνοικίες. Εδώ οι δρόμοι είναι στενοί και η αντίσταση καλύτερη. Ο διοικητής του
Παρισιού, Οσμάν, πολλά χρόνια πριν είχε χαράξει στο Παρίσι μεγάλους και φαρδείς
δρόμους, τα μπουλβάρ. Είχε προβλέψει ότι θα δίνονταν μάχες και χρειάζονταν
μεγάλοι δρόμοι για το πυροβολικό.
Οι Παριζιάνοι για να αντισταθούν βάζουν
φωτιές στα μεγάλα κτίρια. Φτιάχνονται τείχη φωτιάς. Οι αστοί εξεγείρονται. Τι
ενδιαφέρει τους εργάτες όμως, αφού δεν πρόκειται να ζήσουν σε μια πόλη που δεν
είναι δική τους;
Στις 25 και 26 Μάη το μέτωπο των
Κομμουνάρων όσο πάει και μικραίνει. Μένουν οι εργατικές συνοικίες στα ανατολικά
του Παρισιού. Αυτή ήταν η καρδιά της επανάστασης και αυτή θα κρατήσει μέχρι το
τέλος, έστω και αν δεν υπήρχαν οι προϋποθέσεις για τη νίκη της και την
εγκαθίδρυση της εργατικής εξουσίας. Ο Λένιν στο άρθρο του "Στη Μνήμη της
Κομμούνας" (το δημοσιεύουμε στο αφιέρωμα αυτό) γράφει:
"Για να είναι νικηφόρα μια κοινωνική
επανάσταση πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον δυο προϋποθέσεις: υψηλό επίπεδο
ανάπτυξης παραγωγικών δυνάμεων και προετοιμασία του προλεταριάτου. Το 1871 όμως
αυτές οι δυο Προϋποθέσεις δεν υπήρχαν. Ο γαλλικός καπιταλισμός δεν ήταν ακόμα
αρκετά ανεπτυγμένος και η Γαλλία ήταν τότε βασικά μια μικροαστική (από
βιοτέχνες, αγρότες, μικροέμπορους κλπ). Εκτός από αυτό δεν υπήρχε εργατικό
κόμμα".
Τα μέλη της Πρώτης Διεθνούς του Μαρξ ήταν
λίγα και ο ρόλος που έπαιξαν μικρός. Σαράντα περίπου χρόνια μετά, η εργατική
τάξη έφτιαξε το δικό της κόμμα, το Μπολσεβίκικο κόμμα που την οδήγησε στην
εξουσία το 1917 στη Ρωσία.
Παρόλα αυτά, οι κατακτήσεις της Κομμούνας,
έστω και στο μικρό διάστημα της διακυβέρνησης της ήταν πολύ σημαντικές και
αποτέλεσαν ορόσημο για τις επόμενες επαναστάσεις καθώς και γι΄ αυτήν που είναι
μπροστά μας. Οι πιο σημαντικές κατακτήσεις της Κομμούνας ήταν οι
εξής:
- Το πρώτο διάταγμά της, για την κατάργηση
του μόνιμου στρατού και η αντικατάστασή του με τον οπλισμένο λαό.
- Η αστυνομία που μέχρι τότε ήταν το όργανο
της κεντρικής κυβέρνησης απογυμνώθηκε αμέσως από όλες τις πολιτικές της
ιδιότητες και μετατράπηκε σε υπεύθυνο όργανο της Κομμούνας που μπορούσε να
ανακληθεί οποιαδήποτε στιγμή.
- Το ίδιο έγινε και με τους δημόσιους
υπαλλήλους σε όλους τους κλάδους της διοίκησης. Από τα μέλη της Κομμούνας ως
τους κατώτερους υπαλλήλους η δημόσια υπηρεσία αμειβόταν με εργατικούς
μισθούς.
- Χωρίστηκε η εκκλησία από το κράτος και
απαλλοτριώθηκαν όλες οι εκκλησίες που αποτελούσαν οργανισμούς με ιδιαίτερη
περιουσία.
- Όλα τα εκπαιδευτικά ιδρύματα άνοιξαν
δωρεάν για το λαό και ταυτόχρονα ξεκαθαρίστηκαν από κάθε επέμβαση της εκκλησίας
και του κράτους.
Το Σάββατο στις 27 Μάη έχει μείνει ένας
πολύ μικρός χώρος για τους εργάτες που συνεχίζουν να παλεύουν ενάντια στην
αστική καταπίεση. Μένει πια η εργατική συνοικία της Μπελβίλ.
Οι Κομμουνάροι στις σφαγές των
Βερσαγιέζων, αντιδρούν μ΄ ένα τρόπο σπασμωδικό. Εκτελούν τους ομήρους που είχαν
στις φυλακές τους, τους ανώτερους κληρικούς, τους αστούς και φυσικά τους
χαφιέδες των Βερσαγιέζων (κάτι που δεν μας λυπεί ιδιαίτερα, για να μην πούμε
καθόλου).
Οι "θεάρεστες" όμως ψυχές των αστών
εξεγείρονται. Αυτό όμως ήταν κάτι που έπρεπε να είχε γίνει πολύ νωρίς. Έπρεπε
δηλαδή να είχαν εγκαθιδρύσει τη δική τους εξουσία και κάθε αστική σαπίλα έπρεπε
να εξαφανιστεί.
Διαφορετικά η δικτατορία των αστών είναι
αμείλικτη. Αυτό ήταν ένα λάθος, αξίζει να σημειωθεί, που δεν έκαναν οι
Μπολσεβίκοι αλλά υπάρχουν πολλοί αναρχοφιλελεύθεροι που τους
κατηγορούν.
Δείγμα της ατολμίας των ηγετών της
Κομμούνας ήταν ότι δεν τόλμησαν να πειράξουν την τράπεζα της Γαλλίας. Αυτό έδωσε
την ευκαιρία στον Μαρξ να κάνει μια προσθήκη στο "Κομμουνιστικό Μανιφέστο":Η
εργατική τάξη παίρνοντας την εξουσία στα χέρια της πρέπει να συντρίψει τον παλιό
αστικό κρατικό μηχανισμό και να επιβάλλει τη δικιά της
δικτατορία.
Ο Ιστορικός της Κομμούνας, Τάλες,
λέει:
"Πεπεισμένος ότι η αστική τάξη θα έχανε
από τα προνόμια της ο Θιέρσος αρνήθηκε να συζητήσει ακόμα και με τους
μετριοπαθείς της Κεντρικής Επιτροπής. Τοποθετώντας τα συμφέροντα της τάξης του
πάνω από κάθε ηθική, δεν είχε κανένα ενδοιασμό να παλέψει με το ψέμα και τη
συκοφαντία. Νικητής δεν σκεφτόταν παρά να καταστρέψει όσο μπορούσε περισσότερο
τα σπέρματα της σοσιαλιστικής επανάστασης".
Το πρωί της Κυριακής στις 28 Μάη, η
Κομμούνα πεθαίνει. Από νωρίς οι Βερσαγιέζοι γλιστράνε πίσω από τους τελευταίους
υπερασπιστές. Τα οδοφράγματα πέφτουν το ένα μετά το άλλο. Το μεσημέρι η Κομμούνα
ρίχνει τον τελευταίο πυροβολισμό της. Η Κομμούνα είχε "πεθάνει".
Είχε όμως πράγματι πεθάνει; Αυτό μπορούμε
να το καταλάβουμε μονάχα αφήνοντας δυο αστούς συγγραφείς να μιλήσουν για την
Κομμούνα. Είμαστε ήδη ένα χρόνο μετά την ήττα, στα 1872 και όμως οι αστοί
ανησυχούν επειδή...
"Δεν μας απασχολεί πολύ ότι η νίκη έχει κι
άλλους στόχους εκτός από τον θρίαμβο, ότι τίποτα δεν άλλαξε στο πνεύμα των
νικημένων εκτός από την πρόθεση μιας μεγαλύτερης μνησικακίας και ότι πρέπει να
ασχοληθούμε με το γεγονός ότι η κοινωνική επανάσταση βρίσκεται διαρκώς στο
κατώφλι της κοινωνίας".
Και τέλος καταλήγουν με πάρα πολύ μεγάλη
ειλικρίνεια:
"Τι εμπόδιο μπορούμε να της βάλουμε; Ένα
μόνο: τη δύναμη, το στρατό".
Σήμερα, 131 χρόνια μετά την ηρωική
εξέγερση των εργατών του Παρισιού, η άλυτη κρίση του παγκοσμιοποιημένου
καπιταλισμού γίνεται ολοένα και πιο βαθιά και έτσι βάζει πάλι με τον πιο άμεσο
τρόπο το ζήτημα της ανατροπής του και της κοινωνικής αλλαγής. Σήμερα τα μαθήματα
της Κομμούνας και τα ζητήματα που έβαλε είναι περισσότερο από ποτέ
επίκαιρα.
Στο στρατό, το μόνο όπλο της αστικής
τάξης, οι εργάτες πρέπει να αντιτάξουν το δικό τους συνειδητό όπλο, το
εργατικό επαναστατικό κόμμα, κάτι που έλειψε από την Κομμούνα του
Παρισιού.
Αυτό είναι και το πιο σημαντικό συμπέρασμα
που βγάζει και ο Τρότσκι στο άρθρο του "Τα μαθήματα της Κομμούνας":
"Το εργατικό κόμμα - το αληθινό - δεν
είναι μια μηχανή για κοινοβουλευτικές μανούβρες. Είναι η συσσωρευμένη και
οργανωμένη πείρα του προλεταριάτου. Μόνο με τη βοήθεια του κόμματος που
στηρίζεται σ΄ όλη την περασμένη ιστορία, που προβλέπει θεωρητικά τους δρόμους
της ανάπτυξής του, όλους του τους σταθμούς και εξάγει τον τύπο της απαιτούμενης
δράσης, το προλεταριάτο απελευθερώνει από την ανάγκη να ξαναρχίζει πάντα την
ιστορία του εξαιτίας των δισταγμών του, της αναποφασιστικότητάς και των λαθών
του".